Αντίθετη επί της αρχής με το αντιεπιστημονικό νομοσχέδιο του Παιδείας η ΕΣΑμεΑ – αόρατοι οι μαθητές με αναπηρία.
Την πλήρη επί της αρχής αντίθεσή της επί του σχεδίου νόμου του υπουργείου Παιδείας «Αναβάθμιση του σχολείου και άλλες διατάξεις» εκφράζει με επιστολή της στην υπουργό κ. Κεραμέως η ΕΣΑμεΑ, καθώς αυτό δεν κάνει καμία αναφορά στους μαθητές με αναπηρία, λες και είναι «αόρατοι» μαθητές!
Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου διατηρεί ένα εκπαιδευτικό σύστημα μακριά από κάθε έννοια συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, με δομές και προγράμματα που δεν διασφαλίζουν την υποχρεωτική προσβασιμότητα, θεσμοθετώντας ένα σχολείο που απέχει πολύ από το «σχολείο για όλους» και από τις σύγχρονες παιδαγωγικές προσεγγίσεις της εξατομικευμένης υποστήριξης κάθε μαθητή/μαθήτριας και της διαφοροποιημένης διδασκαλίας με στόχο την ενίσχυση των ιδιαίτερων δεξιοτήτων και την κάλυψη των εξατομικευμένων αναγκών όλων των μαθητών. Μάλιστα προωθεί αλλαγές μέσα από τις οποίες όχι μόνο δεν συντελείται η οικοδόμηση ενός «Σχολείου για Όλους» με βάση τη φιλοσοφία της συμπερίληψης, αλλά εντείνονται οι εκπαιδευτικές ανισότητες, η περιθωριοποίηση και ο αποκλεισμός πολλών χιλιάδων μαθητών και ιδιαίτερα των περισσότερο ευάλωτων, που είναι οι μαθητές και οι μαθήτριες με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α.Οι μαθητές με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αποτελούν ένα σημαντικό ποσοστό του μαθητικού πληθυσμού. Σύμφωνα με στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος my school που επεξεργάστηκε το Παρατηρητήριο Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑμεΑ, ο μαθητικός πληθυσμός με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (με επίσημη γνωμάτευση), ανήλθε το σχολικό έτος 2017-2018 σε 90.743 μαθητές, αποτελώντας το 6.3% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού της χώρας.
Το υπουργείο Παιδείας φαίνεται να ξεχνά ότι το Σεπτέμβριο του 2019, πραγματοποιήθηκε η αξιολόγηση της χώρας μας από την Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, σχετικά με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην Ελλάδα ως προς την εφαρμογή της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες.
Στις Τελικές Παρατηρήσεις και Συστάσεις που απηύθυνε η Επιτροπή του ΟΗΕ προς τη χώρα μας, διατύπωσε και την ανησυχία της για το γεγονός ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα ολοκληρωμένη και σαφής νομοθεσία, στρατηγική και διάθεση πόρων για τη συμπεριληπτική εκπαίδευση, και συνέστησε, μεταξύ άλλων, στη χώρα μας: «Να υιοθετήσει και να εφαρμόσει μια συνεκτική στρατηγική για τη συμπεριληπτική εκπαίδευση στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, διασφαλίζοντας την προσβασιμότητα, προωθώντας τον Καθολικό Σχεδιασμό, τη εξατομικευμένη στήριξη, τα συμπεριληπτικά προγράμματα σπουδών, τις συμπεριληπτικές τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας για μαθητές και φοιτητές με αναπηρία, την ψηφιακή εκπαίδευση, και να διαθέσει αποτελεσματικούς και επαρκείς οικονομικούς και υλικούς πόρους και κατάλληλα και τακτικά εκπαιδευμένο προσωπικό, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, ώστε να εγγυηθεί τη συμπεριληπτική εκπαίδευση με αποτελεσματικό τρόπο».
Προς επίρρωση των ανωτέρω παρατηρήσεων η ΕΣΑμεΑ καταθέτει στην επιστολή επισημάνσεις κατά άρθρο αναλυτικά στην επιστολή- εδώ μπορείτε να τις διαβάσετε περιληπτικά:
Άρθρο 1 «Εργαστήρια Δεξιοτήτων»
Τα «Εργαστήρια Δεξιοτήτων», είναι εξαιρετικά σημαντική δράση για το σύνολο των μαθητών και ιδιαίτερα ότι πιο σημαντικό για τους μαθητές με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α., γιατί εκπαιδεύουν τους μαθητές από πολύ μικρή ηλικία να αναπτύξουν βασικές δεξιότητες που είναι πολύ χρήσιμες τόσο για την κοινωνικοποίησή τους, για την επικοινωνία τους, ενώ μπορούν να συμβάλλουν στην ευαισθητοποίηση του συνόλου των μαθητών σε θέματα προσβασιμότητας και στις ανάγκες των μαθητών με αναπηρία. Ωστόσο, δεν γίνεται καμία αναφορά ούτε για τον τρόπο διδασκαλίας/λειτουργίας των εργαστηρίων για τους μαθητές με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α., ούτε όμως και για τα εργαστήρια αυτά στις Σ.Μ.Ε.Α.Ε.
Άρθρο 3 «Κατανομή χρόνου ανά διδακτικό αντικείμενο»
Διαχρονικά σημαντικό δομικό πρόβλημα είναι η μη ύπαρξη αναλυτικών προγραμμάτων εκπαίδευσης, βάσει εξατομίκευσης των αναγκών των μαθητών.
Άρθρο 4 «Διδασκόμενα μαθήματα και αξιολόγηση μαθητών Γυμνασίου»
Ενώ το άρθρο αυτό αναφέρεται και περιγράφει την αξιολόγηση, την προαγωγή και την απόλυση των μαθητών (και των αλλοδαπών μαθητών), δεν κάνει καμία αναφορά για την αξιολόγηση, προαγωγή και απόλυση των μαθητών με αναπηρία ή/και με Ε.Ε.Α. (…ούτε, βέβαια, και για την αξιολόγηση, προαγωγή και απόλυση των μαθητών με Παράλληλη Στήριξη-Π.Σ.)
Άρθρο 5 «Αναγραφή χαρακτηρισμού διαγωγής στους τίτλους σπουδών»
Οι διατάξεις του άρθρου 5, αλλά και της παρ.1 του άρθρου 55, είναι αναχρονιστικές και χωρίς επιστημονικό υπόβαθρο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες και σύγχρονες μεθόδους εκπαίδευσης και που εύκολα μπορούν να αναχαιτίσουν την προσωπική, κοινωνική κι επαγγελματική εξέλιξη του/της μαθητή/ μαθήτριας, μέσω του στίγματος που θα επιφέρουν στα άτομα που αφορούν και των οποίων, λόγω της ηλικίας τους, η προσωπικότητά τους τελεί ακόμα υπό διαμόρφωση.
Χαρακτηρισμός διαγωγής, σημαίνει ετικετοποίηση, στοχοποίηση, στιγματισμό, εντείνει τον ανταγωνισμό και τον αποκλεισμό, ενισχύει τις αρνητικές στάσεις και αντιλήψεις των μαθητών για το σχολείο, κι εν τέλει, σημαίνει περιθωριοποίηση για τον/την μαθητή/μαθήτρια.
Ένα σχολείο που δεν εμβαθύνει στα αίτια της συμπεριφοράς, στην ψυχο-κοινωνική στήριξη και βοήθεια του μαθητή και του περιβάλλοντός του, αλλά αρκείται μόνο στο να βάζει μία ταμπέλα στο μαθητή, όχι μόνο δεν τον βοηθάει, αλλά εντείνει τις αρνητικές συμπεριφορές στο σχολικό περιβάλλον.
Άρθρο 6 «Προφορική βαθμολογία τετραμήνων στο Λύκειο»
Για να είναι αποδοτική και ουσιαστική η μέθοδος της «ερευνητικής εργασίας», αφενός θα πρέπει να προσδιοριστεί ο όρος «ερευνητική εργασία», να εκσυγχρονιστούν και να είναι απόλυτα προσβάσιμα και σε άτομα με αναπηρία όλα τα μέσα και οι υλικοτεχνικές υποδομές με τις οποίες υποστηρίζονται αυτά τα μαθήματα.
Άρθρο 7 «Διάρθρωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων Γενικού Λυκείου και εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποφοίτων Γενικού Λυκείου»
Οι προβλέψεις του άρθρου 7 στο μεγαλύτερο μέρος τους αφορούν σε άνευ ουσίας επιφανειακές αλλαγές στη διάρθρωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ωστόσο, ξεχωρίζουν για τη σημασία τους η κατάργηση της προσμέτρησης του βαθμού του απολυτηρίου της Γ’ τάξης του Γενικού Λυκείου (ΓΕ.Λ.) για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και η αντικατάσταση του μαθήματος της κοινωνιολογίας με τα λατινικά ως εξεταζόμενο μάθημα στις πανελλήνιες εξετάσεις για την εισαγωγή στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών.
Άρθρο 9 «Τράπεζα Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας»
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, δίνεται έμφαση στην εκ των υστέρων τυποποιημένη αξιολόγηση της σχολικής απόδοσης και όχι στην αξιολόγηση ως συνεχή διαδικασία με σκοπό τη βελτίωση τόσο της διδασκαλίας όσο και της μάθησης, χωρίς καμία πρόβλεψη για τα Ειδικά Λύκεια και για τα ΕΝ.Ε.Ε.ΓΥ.Λ..
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ «Πρότυπα & Πειραματικά Σχολεία» (Άρθρα 10-23)
Τρία «οριζόντια» βασικά ζητήματα εγείρονται από το σύνολο των άρθρων και τη στόχευσή τους:
Α) Η υποχρεωτική προσβασιμότητα των κτιριακών υποδομών για άτομα με αναπηρία στα Πρότυπα και στα Πειραματικά Σχολεία (και των δύο βαθμίδων εκπαίδευσης) που πρέπει υποχρεωτικά να διασφαλίζονται και ρητά να αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων του Κεφαλαίου Β’, για την οποία δεν γίνεται ουδεμία αναφορά,
Β) Εγείρονται ζητήματα για το κατά πόσο καθηγητές με αναπηρία θα μπορούν να διδάξουν στα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία και
Γ) Διαβάζοντας τόσο την αιτιολογική έκθεση όσο και το σχέδιο νόμου, το Κεφάλαιο Β’ εμφατικά περιγράφει ότι η δημόσια εκπαίδευση στη χώρα είναι «εκπαίδευση κατακερματισμένη και πολλών ταχυτήτων», δηλαδή έχουμε την «Πρότυπη Εκπαίδευση», την «Πειραματική Εκπαίδευση», τη «Γενική Εκπαίδευση» και την «Ειδική Εκπαίδευση».
Το Κεφάλαιο Β’ στο σύνολό του, αφενός δεν εναρμονίζεται με τη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες κι αντίκειται με το Άρθρο 24 «Εκπαίδευση» της Σύμβασης, και με την έννοια της «ενιαίας εκπαίδευσης για όλους» και με την έννοια του «Σχολείου για ΟΛΟΥΣ», κι εν γένει δεν γίνεται καμία απολύτως αναφορά στους μαθητές με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α. και αγνοούνται παντελώς οι συστάσεις της Επιτροπής του ΟΗΕ και η έννοια της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης δεν προκύπτει από πουθενά.
Τέλος, εγείρονται ερωτήματα για το κατά πόσο οι μαθητές με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α. θα έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στη διαδικασία επιλογής στα Πρότυπα Σχολεία, κι εάν θα μπορούν να λάβουν μέρος στην κλήρωση για την επιλογή τους στα Πειραματικά Σχολεία.
Άρθρο 34 «Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων» και
Άρθρο 35 «Εξωτερική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων»
Αδήριτη ανάγκη, για να μπορέσει να είναι αποτελεσματικό ένα σύγχρονο σχολείο, ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα, είναι η διασφάλιση της ποιότητας στην παρεχόμενη εκπαίδευση, μέσω της αξιολόγησης στη βάση καθορισμένων κριτηρίων, ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών.
Αυτά τα κριτήρια, ο σκοπός της αξιολόγησης και η φιλοσοφία που διέπει το χαρακτήρα της αξιολόγησης, δεν αποσαφηνίζονται με τις διατάξεις των άρθρων 34 και 35 του σχεδίου νόμου.
Άρθρο 38 «Εκπαιδευτικός Εμπιστοσύνης»
Οι διατάξεις του άρθρου, γενούν ερωτηματικά για το ρόλο και την αποτελεσματικότητα του θεσμού του «Εκπαιδευτικού Εμπιστοσύνης», στο σύνολο των μαθητών, κυρίως όμως για τους μαθητές και τις μαθήτριες με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α., δεδομένου ότι δεν είναι σαφές το εύρος, το πεδίο και το επίπεδο της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών που θα κληθούν να αναλάβουν το ρόλο αυτό, ποια τα κριτήρια και τα γνωσιακά και άλλα χαρακτηριστικά με βάση τα οποία θα επιλέγονται και θα ορίζονται οι «Εκπαιδευτικοί Εμπιστοσύνης» σε κάθε σχολική μονάδα, ποια θα είναι η σχέση του Εκπαιδευτικού Εμπιστοσύνης με τον εκπαιδευτικό/προσωπικό Π.Σ. των μαθητών με αναπηρία και Ε.Ε.Α. με τους οποίους οι μαθητές είναι ιδιαίτερα δεμένοι.
Άρθρο 44 «Θέματα πρόσληψης αναπληρωτών εκπαιδευτικών και μελών Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π.» και
Άρθρο 45 «Ειδική πρόσκληση για την κάλυψη κενών θέσεων εκπαιδευτικών και μελών Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π»
Είναι σκληρή τιμωρία για έναν/μία αναπληρωτή/αναπληρώτρια εκπαιδευτικό ή μέλος Ε.Ε.Π. ή μέλος Ε.Β.Π. που είναι άτομο με αναπηρία ή σοβαρή χρόνια πάθηση ή είναι γονέας ή σύζυγος ατόμου με αναπηρία ή σοβαρή χρόνια πάθηση, να τοποθετείται σε μία σχολική μονάδα, όπου η περιοχή της έδρας της μονάδας να μην καλύπτει βασικές προϋποθέσεις για την υγεία ή την αποκατάσταση-αποθεραπεία του/της ιδίου/ιδίας ή του αναπήρου μέλους της οικογένειας που έχει στην φροντίδα του, να αναγκάζεται να παραιτηθεί από τη θέση του αναπληρωτή και να φύγει από την περιοχή αυτή και για μία διετία έως και τριετία να μην μπορεί να ξανασυμμετάσχει στη διαδικασία προσλήψεων αναπληρωτών.
Άρθρο 47 «Θέματα Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (Ε.Α.Ε.)»
Το άρθρο 47 (η μοναδική πρόβλεψη του νομοσχεδίου για τους μαθητές με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α.), είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με την επίσημη εκπαιδευτική πολιτική συμπερίληψης και πλήττει ευθέως το δικαίωμα των μαθητών/μαθητριών με αναπηρία ή/και Ε.Ε.Α. να φοιτήσουν στο σχολείο της γειτονιάς τους. Τα Τμήματα Ένταξης (Τ.Ε.), αντιμετωπίζουν ήδη πολλά προβλήματα επαρκούς στελέχωσης, αλλά και με μεγάλο αριθμό μαθητών (το 2016, ο μέσος όρος μαθητών στα Τ.Ε της Β’βάθμιας εκπαίδευσης ήταν 14,6 άτομα/τάξη ενώ ο μέγιστος αριθμός που προβλέπεται από τον νόμο είναι 12 άτομα/τάξη!).
Θέση της ΕΣΑμεΑ είναι πως ο θεσμός των Τ.Ε., δυστυχώς, σήμερα δεν αποτελεί θεσμό που διευκολύνει την «ένταξη» των μαθητών με αναπηρίες ή/και με Ε.Ε.Α. και κάθε άλλο παρά προς όφελος των μαθητών με αναπηρία στα Γενικά Σχολεία, αλλά και στα Ειδικά Σχολεία, λειτουργεί. Ο θεσμός των Τ.Ε. χρειάζεται αξιολόγηση, αναθεώρηση, ακόμα και κατάργηση, εφόσον στόχος και επιταγή της Σύμβασης είναι η «συμπεριληπτική εκπαίδευση».
Άρθρο 49 Ρυθμίσεις για τη λειτουργία των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
Η αύξηση αυτή των μαθητών ανά τάξη, υποβαθμίζει και καθιστά περισσότερο δυσχερή έως και αδύνατη την εφαρμογή της διαφοροποιημένης διδασκαλίας από τους εκπαιδευτικούς της τάξης.
Άρθρο 69 «Μετεγγραφή βάσει οικονομικών και κοινωνικών κριτηρίων»
Τέλος, σε ότι αφορά στις μετεγγραφές των φοιτητών λόγω οικονομικών και κοινωνικών κριτηρίων, η μοριοδότηση που λαμβάνει ένας φοιτητής/μία φοιτήτρια για κάθε μέλος της οικογένειας του/της που έχει αναπηρία από 67% και άνω, είναι ένα (1) μόριο. Η ανάγκη των φοιτητών που είναι αδέλφια ή τέκνα ή σύζυγοι ατόμων με αναπηρία, από 67% και άνω, δηλαδή ατόμων με βαριές αναπηρίες ή/και χρόνια πάθηση, ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση των φοιτητών και των οικογενειών τους, έχει να κάνει με το γεγονός ότι αποτελούν, κατά κύριο λόγο, και πρόσωπα αναφοράς για τα άτομα με αναπηρία που έχουν στην οικογένειά τους, συνεπώς και η ανάγκη να βρίσκονται κοντά τους, είναι πολύ μεγάλη.